10 Μαΐ 2010

Μια διδακτική ιστορία χρέους, ελλείμματος και περικοπών από τον Καναδά

Τον Φεβρουάριο του 1993 ο Καναδάς βρισκόταν εν μέσω μιας οικονομικής καταστροφής ή κάπως έτσι θα συμπέρανε κάποιος διαβάζοντας εφημερίδες και βλέποντας τηλεόραση. ‘Απειλητική κρίση χρέους ξεπροβάλει’ ήταν ο πηχυαίος πρωτοσέλιδος τίτλος της εφημερίδας Globe and Mail. Ένας ειδικός της τηλεόρασης ανέφερε ‘οι οικονομολόγοι προβλέπουν ότι κάποια στιγμή στα επόμενα ένα με δύο έτη, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών πρόκειται να πάει στο υπουργικό συμβούλιο και να ανακοινώσει ότι η πίστωση του Καναδά έχει τελειώσει... Η ζωές μας θα αλλάξουν δραματικά’. Η φράση ‘τείχος χρέους’ μπήκε ξαφνικά στο λεξιλόγιο. Αυτό σήμαινε ότι, αν και η ζωή φαινόταν άνετη και ήσυχη τώρα, ο Καναδάς ξόδευε έως τώρα παραπάνω από τις δυνατότητές του και ότι, πολύ σύντομα, οι ισχυρές εταιρείες της Wall Street όπως η Moody’s και η Standard & Poor’s θα υποβαθμίσουν την πιστοληπτική ικανότητά μας από το ιδανικό ΑΑΑ σε κάτι πολύ χαμηλότερο.
Όταν συμβεί αυτό, υπερκινητικοί επενδυτές, απελευθερωμένοι από τους νέους κανόνες της παγκοσμιοποίησης και του ελεύθερου εμπορίου, θα τράβαγαν απλά τα χρήματά τους από τον Καναδά και θα τα πήγαιναν κάπου ασφαλέστερα. Η μόνη λύση, μας είπαν, ήταν να μειωθούν δραστικά οι δαπάνες για κάποια προγράμματα όπως τα επιδόματα ανεργίας και η υγειονομική περίθαλψη. Πράγματι, το κυβερνών Φιλελεύθερο Κόμμα έκανε αυτό ακριβώς, παρά το γεγονός ότι μόλις είχε εκλεγεί με ένα πρόγραμμα δημιουργίας θέσεων εργασίας […].

Δύο χρόνια μετά την κορύφωση της υστερίας για το έλλειμμα, η δημοσιογράφος Linda McQuaig αποκάλυψε ότι ένα κλίμα κρίσης είχε προσεκτικά τροφοδοτηθεί και χειραγωγηθεί από μια χούφτα think tanks που χρηματοδοτούνται από τις μεγαλύτερες τράπεζες και εταιρείες του Καναδά, κυρίως το CD Howe Institute και το Fraser Institute (το οποία ο Milton Friedman πάντα υποστήριζε σθεναρά). Ο Καναδάς όντος είχε ένα πρόβλημα ελλείμματος, αλλά αυτό δεν προκλήθηκε από τις δαπάνες για τα επιδόματα ανεργίας και τα άλλα κοινωνικά προγράμματα. Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία του Καναδά, προκλήθηκε από τα υψηλά επιτόκια, τα οποία εκτόξευσαν το ύψος του χρέους […].

Η McQuaig πήγε στα κεντρικά γραφεία της Moody’s στη Wall Street και μίλησε με τον Vincent Truglia, υψηλόβαθμο αναλυτή επιφορτισμένο με την έκδοση αξιολογήσεων της πιστοληπτικής ικανότητας του Καναδά. Της είπε κάτι το αξιοσημείωτο: ότι είχε βρεθεί υπό συνεχή πίεση από εταιρικά στελέχη και τραπεζίτες του Καναδά να εκδίδει επικριτικές εκθέσεις σχετικά με τα οικονομικά της χώρας, κάτι που αρνήθηκε να κάνει επειδή θεωρούσε τον Καναδά μια εξαιρετική και σταθερή επένδυση. ‘Είναι η μοναδική χώρα που χειρίζομαι, όπου υπήκοοι της συνήθως, θέλουν η χώρα να υποβαθμιστεί ακόμη περισσότερο - σε τακτική βάση. Νομίζουν ότι βαθμολογείται πάρα πολύ ψηλά’. Είναι συνηθισμένος να λαμβάνει κλήσεις από εκπροσώπους χωρών και να του λένε ότι είχε εκδώσει πολύ χαμηλή βαθμολογία της χώρας τους. ‘Αλλά οι Καναδοί συνήθως, δυσφημούν τη χώρα τους πολύ περισσότερο από τους ξένους’. Αυτό διότι, για την καναδική χρηματοοικονομική κοινότητα, η ‘κρίση ελλείμματος’ ήταν ένα κρίσιμο όπλο σε μια πολιτική μάχη.

Κατά τον χρόνο που ο Truglia λάμβανε αυτές τις παράξενες κλήσεις, μια μεγάλη εκστρατεία ήταν σε εξέλιξη για να ωθήσει την κυβέρνηση να μειώσει τους φόρους περικόπτοντας τις δαπάνες κοινωνικών προγραμμάτων υγείας και εκπαίδευσης. Δεδομένου ότι αυτά τα προγράμματα υποστηρίζονταν από τη συντριπτική πλειοψηφία των Καναδών, ο μόνος τρόπος που θα μπορούσαν να δικαιολογηθούν αυτές οι περικοπές ήταν αν η εναλλακτική ήταν η οικονομική κατάρρευση – μια ολοκληρωτική κρίση. Το γεγονός ότι η Moody’s συνέχιζε να δίνει στον Καναδά την υψηλότερη δυνατή αξιολόγηση ομολόγων - το ισοδύναμο ενός A++ - καθιστούσε εξαιρετικά δύσκολη τη διατήρηση του αποκαλυπτικού κλίματος. Οι επενδυτές εν τω μεταξύ, βρίσκονταν σε σύγχυση από τα αντιφατικά μηνύματα: η Moody’s ήταν αισιόδοξη για τον Καναδά, αλλά ο καναδικός τύπος συνεχώς παρουσίαζε την εθνική οικονομία ως καταστροφική.

Ο Truglia είχε βαρεθεί τόσο με τα πολιτικοποιημένα στατιστικά στοιχεία που έρχονταν από τον Καναδά, τα οποία ένιωθε πως έθεταν τη δική του δουλειά υπό αμφισβήτηση, ώστε κατέφυγε στο ασυνήθιστο μέτρο της έκδοσης ενός ‘ειδικού υπομνήματος’ διευκρινίζοντας ότι οι δαπάνες του Καναδά ‘δεν είναι εκτός ελέγχου’ ρίχνοντας και μερικά συγκαλυμμένα βέλη στα πονηρά μαθηματικά που εφαρμόζουν τα δεξιά think tanks. ‘Αρκετές πρόσφατα δημοσιευμένες εκθέσεις, έχουν παραφουσκώσει την κατάσταση του δημοσιονομικού χρέους του Καναδά. Μερικές από αυτές έχουν διπλομετρήσει νούμερα, ενώ άλλες έχουν κάνει αδόκιμες διεθνείς συγκρίσεις[...]. Αυτές οι ανακριβείς μετρήσεις μπορεί να έπαιξαν κάποιο ρόλο στις υπερβολικές αξιολογήσεις της σοβαρότητας των προβλημάτων χρέους του Καναδά’. Με την ειδική έκθεση της Moody’s βγήκε προς τα έξω, πως δεν υπήρχε κανένα απειλητικό ‘τείχος χρέους’ και η επιχειρηματική κοινότητα του Καναδά δεν ήταν ευχαριστημένη. Ο Truglia λέει ότι όταν δημοσιοποίησε το υπόμνημα του, ‘ένας καναδός... από ένα πολύ μεγάλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα του Καναδά με κάλεσε στο τηλέφωνο ουρλιάζοντας, κυριολεκτικά ουρλιάζοντας. Αυτό ήταν μοναδικό’.

Τον καιρό που οι Καναδοί έμαθαν πως η ‘κρίση ελλείμματος’ είχε χονδροειδώς χειραγωγηθεί από τα εταιρικά χρηματοδοτούμενα think tanks, λίγη σημασία είχε πια - οι περικοπές στον προϋπολογισμό είχαν ήδη γίνει. Ως άμεσο αποτέλεσμα, τα κοινωνικά προγράμματα για τους ανέργους της χώρας διαβρώθηκαν ριζικά και δεν αποκαταστάθηκαν ποτέ, παρά τους πολλούς μεταγενέστερους πλεονασματικούς προϋπολογισμούς. Η στρατηγική της κρίσης χρησιμοποιήθηκε ξανά και ξανά κατά την περίοδο αυτή. Τον Σεπτέμβριο του 1995, ένα βίντεο διέρρευσε στον καναδικό τύπο με τον John Snobelen, υπουργό εκπαίδευσης του Οντάριο να λέει σε μια κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση δημοσίων υπαλλήλων, πως πριν μπορέσουν να ανακοινωθούν περικοπές στην παιδεία και άλλες αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις, ένα κλίμα πανικού απαιτείται να δημιουργηθεί διαρρέοντας πληροφορίες […]. Το απεκάλεσε ‘δημιουργώντας μία χρήσιμη κρίση’.

Από το βιβλίο της Naomi Klein: ‘The shock doctrine: the rise of disaster capitalism’, σελ. 257 – 259.

Όχι, δεν υποστηρίζουμε πως η περίπτωση της Ελλάδας του 2010 είναι ίδια με αυτή του Καναδά το 1993. Όμως να, οι συμπτώσεις είναι τρομακτικά ίδιες: νεοεκλεγείσα κυβέρνηση, υψηλό έλλειμμα, μεγάλο χρέος, πειραγμένα στατιστικά, οίκοι αξιολόγησης, πιστοληπτική ικανότητα, αξιοθρήνητη στάση μμε, τράπεζες, χρηματοπιστωτικό σύστημα, κερδοσκόποι, παγκοσμιοποίηση, ελεύθερες αγορές, απειλή χρεοκοπίας, καμία εναλλακτική, χειραγώγηση….

Μέθοδοι, πρωταγωνιστές, καταστάσεις, στρατηγική, θύματα: ΤΑ ΙΔΙΑ.
Μόνο το διακύβευμα αλλάζει.
Στην περίπτωσή μας, είναι πλέον ΠΟΛΥ ΠΙΟ ΜΕΓΑΛΟ.
Και η γάγγραινα εξαπλώνεται πλέον γοργά…

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου