5 Νοε 2010

ΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΜΕΡΗ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΑΝΑΛΥΕΤΑΙ Η ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Ονομάζω κέρδος, την υπεραξίας το μέρος της συνολικής αξίας του εμπορεύματος, στο οποίο είναι αντικειμενοποιημένη η υπερεργασία ή απλήρωτη εργασία του εργαζόμενου. Ο κεφαλαιοκράτης βιομήχανος δεν τσεπώνει το συνολικό ποσό αυτού του κέρδους. Το μονοπώλιο της γης δίνει τη δυνατότητα στο γαιοκτήμονα να αποσπά ένα μέρος αυτής της υπεραξίας με το όνομα της γαιοπροσόδου, ανεξάρτητα αν το έδαφος χρησιμοποιείται για τη γεωργία ή για την ανέγερση οικοδομών ή για σιδηροδρόμους, ή για ένα οποιοδήποτε άλλο παραγωγικό σκοπό. Από την άλλη, ίσα-ίσα το γεγονός ότι η κατοχή των μέσων εργασίας δίνει τη δυνατότητα στον κεφαλαιοκράτη βιομήχανο να παράγει υπεραξία, ή, πράγμα που καταλήγει στο ίδιο, να ιδιοποιείται ένα ορισμένο ποσό απλήρωτης εργασίας, δίνει τη δυνατότητα και στον ιδιοκτήτη των μέσων εργασίας, που τα δανείζει στο σύνολο τους ή κατά ένα μέρος στον κεφαλαιοκράτη βιομήχανο - με μια λέξη δίνει τη δυνατότητα στον κεφαλαιοκράτη που δανείζει χρήματα, να διεκδικεί για τον εαυτό του ένα άλλο μέρος αυτής της υπεραξίας με το όνομα τόκος, έτσι που στο βιομήχανο κεφαλαιοκράτη σαν τέτοιο να μένει μονάχα αυτό που λένε βιομηχανικό ή εμπορικό κέρδος.

Το ζήτημα ποιοι είναι οι νόμοι που ρυθμίζουν την κατανομή του συνολικού ποσού της υπεραξίας ανάμεσα στις τρεις αυτές κατηγορίες ανθρώπων, είναι κάτι που δεν έχει καμιά σχέση με το θέμα μας. Ωστόσο, απ’ όσα αναπτύξαμε ως τώρα προκύπτουν τα παρακάτω:

Η γαιοπρόσοδος, ο τόκος και το βιομηχανικό κέρδος είναι απλώς διαφορετικά ονόματα για διαφορετικά μέρη της υπεραξίας του εμπορεύματος ή της απλήρωτης εργασίας που περικλείεται μέσα σ’ αυτό και προέρχονται όλα εξίσου απ’ αυτή και μονάχα απ’ αυτή την πηγή. Δεν προέρχονται από τη γη σαν τέτοια ή από το κεφάλαιο σαν τέτοιο, αλλά η γη και το κεφάλαιο κάνουν τους ιδιοκτήτες τους ικανούς να βγάλουν τα αντίστοιχα μερτικά τους από την υπεραξία, που ο κεφαλαιοκράτης βιομήχανος ξεζουμίζει από τους εργάτες του. Για τον ίδιο τον εργάτη αποτελεί μια υπόθεση δευτερεύουσας σημασίας αν η υπεραξία αυτή, που είναι το αποτέλεσμα της υπερεργασίας ή της απλήρωτης δουλειάς του, τσεπώνεται ολόκληρη από τον κεφαλαιοκράτη βιομήχανο ή αν ο τελευταίος είναι υποχρεωμένος να πληρώνει κομμάτια απ’ αυτή την υπεραξία σε τρίτα πρόσωπα με την ονομασία της γαιοπροσόδου και του τόκου. Αν υποθέσουμε ότι ο κεφαλαιοκράτης βιομήχανος χρησιμοποιεί μονάχα δικό του κεφάλαιο και ότι είναι ο ίδιος ιδιοκτήτης της γης που χρησιμοποιεί, τότε, στην περίπτωση αυτή, όλη η υπεραξία θα πήγαινε στην τσέπη του.

Οποιοδήποτε μερτικό της υπεραξίας κι αν κρατήσει τελικά, ο κεφαλαιοκράτης βιομήχανος είναι εκείνος που ξεζουμίζει άμεσα την υπεραξία από τον εργάτη. Γι’ αυτό όλο το μισθωτό σύστημα και όλο το σημερινό σύστημα παραγωγής περιστρέφεται γύρω απ’ αυτή τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στον κεφαλαιοκράτη βιομήχανο και στο μισθωτό εργάτη. Γι’ αυτό μερικοί πολίτες που πήραν μέρος στη συζήτηση αυτή είχαν άδικο όταν προσπάθησαν να εξωραΐσουν τα πράγματα και να χαρακτηρίσουν αυτή τη θεμελιακή σχέση ανάμεσα στον κεφαλαιοκράτη βιομήχανο και στον εργάτη, σαν ένα δευτερεύον ζήτημα, αν και είχαν δίκιο όταν έκαναν τη διαπίστωση ότι κάτω από δοσμένες συνθήκες, μια άνοδος των τιμών θα μπορούσε να θίξει σε πολύ άνισο βαθμό τον κεφαλαιοκράτη βιομήχανο, το γαιοκτήμονα, τον κεφαλαιοκράτη που κατέχει το χρήμα και, αν αγαπάτε, το φοροεισπράκτορα.

Απ’ αυτά που αναφέρθηκαν βγαίνει λοιπόν και κάτι άλλο.

Το μέρος εκείνο της αξίας του εμπορεύματος, που αντιπροσωπεύει μονάχα την αξία των πρώτων υλών, των μηχανών, με δυο λόγια την αξία των μέσων παραγωγής που καταναλώθηκαν, δεν αποτελεί γενικά το εισόδημα, αλλά αντικαθιστά μονάχα το κεφάλαιο. Μα, ανεξάρτητα απ’ αυτό, είναι λάθος ότι το άλλο μέρος της αξίας του εμπορεύματος, που αποτελεί το εισόδημα ή που μπορεί να ξοδευτεί με τη μορφή μισθού εργασίας, κέρδους, γαιοπροσόδου, τόκου, αποτελείται από την αξία του μισθού της εργασίας, από την αξία της γαιοπροσόδου, από την αξία του κέρδους κλπ. Στην πρώτη περίπτωση θ’ αφήσουμε κατά μέρος το μισθό της εργασίας και θα πραγματευτούμε μονάχα το βιομηχανικό κέρδος, τον τόκο και τη γαιοπρόσοδο. Πριν λίγο είδαμε ότι η υπεραξία που περιέχεται μέσα στο εμπόρευμα, ή το μέρος εκείνο από την αξία του, στο οποίο είναι αντικειμενοποιημένη απλήρωτη εργασία αναλύεται σε διάφορα μέρη με τρία διαφορετικά ονόματα. Μα θα σήμαινε πέρα για πέρα αντιστροφή της αλήθειας, αν θα έλεγε κανένας ότι η αξία της αποτελείται ή σχηματίζεται από την πρόσθεση των αυτοτελών αξιών των τριών αυτών συστατικών μερών.

Αν μια ώρα εργασίας αντικειμενοποιείται μέσα σε μια αξία 6 πενών, αν η εργάσιμη ημέρα του εργάτη αποτελείται από 12 ώρες, αν ο μισός απ’ αυτόν το χρόνο αποτελείται από απλήρωτη εργασία, τότε η υπερεργασία αυτή θα προσθέσει στο εμπόρευμα μια υπεραξία από 3 σελίνια, δηλαδή μια αξία για την οποία δεν πληρώθηκε κανένα ισοδύναμο. Αυτή η υπεραξία των 3 σελινιών αποτελεί όλο το ποσό που ο κεφαλαιοκράτης βιομήχανος μπορεί να το μοιραστεί σε μια οποιαδήποτε αναλογία με το γαιοκτήμονα και με τον πιστωτή του. Η αξία αυτών των 3 σελινιών αποτελεί το όριο της αξίας που έχουν να μοιράσουν μεταξύ τους. Δεν είναι όμως ο κεφαλαιοκράτης βιομήχανος που προσθέτει στην αξία του εμπορεύματος μια αυθαίρετη αξία για το κέρδος του, και που πάνω σ’ αυτή την αξία προστίθεται μια ακόμα αξία για το γαιοκτήμονα κλπ., έτσι που το άθροισμα αυτών των τριών αυθαίρετα καθορισμένων αξιών να αποτελεί τη συνολική αξία. Έτσι βλέπετε την πλάνη της συνηθισμένης λαϊκής αντίληψης που συγχέει τη διάσπαση μιας δοσμένης αξίας σε τρία μέρη, με το σχηματισμό αυτής της αξίας από το άθροισμα τριών αυτοτελών αξιών, μετατρέποντας έτσι σ’ ένα αυθαίρετο μέγεθος τη συνολική αξία από την οποία προέρχονται η γαιοπρόσοδος, το κέρδος και ο τόκος.

Αν το συνολικό κέρδος που πραγματοποιείται από έναν κεφαλαιοκράτη είναι ίσο με 100 λίρες στερλίνες, τότε, αν το ποσό αυτό το θεωρήσουμε σαν απόλυτο μέγεθος, το ονομάζουμε μάζα του κέρδους. Αν όμως υπολογίζουμε τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα σ’ αυτές τις 100 λίρες στερλίνες και στο κεφάλαιο που καταβλήθηκε, τότε αυτό το σχετικό μέγεθος το ονομάζουμε ποσοστό του κέρδους. Είναι φανερό ότι αυτό το ποσοστό του κέρδους μπορεί να το εκφράσει κανείς με δυο διαφορετικούς τρόπους.

Ας υποθέσουμε ότι το κεφάλαιο που πληρώθηκε σε μισθό της εργασίας είναι 100 λίρες στερλίνες. Αν η υπεραξία που δημιουργήθηκε είναι επίσης 100 λίρες στερλίνες -πράγμα που θα μας έδειχνε ότι η μισή εργάσιμη ημέρα του εργάτη αποτελείται από απλήρωτη δουλειά- και αν το κέρδος αυτό το συγκρίνουμε με το κεφάλαιο που καταβλήθηκε σε μισθό της εργασίας, τότε θα λέγαμε ότι το ποσοστό του κέρδους ανέρχεται σε 100 τα εκατό, γιατί η αξία που καταβλήθηκε ήταν 100 και η αξία που πραγματοποιήθηκε 200.

Αν, από την άλλη μεριά, εξετάσουμε όχι μόνο το κεφάλαιο που έχει καταβληθεί σε μισθό της εργασίας, αλλά το συνολικό κεφάλαιο που έχει καταβληθεί, λ.χ., 500 λίρες στερλίνες απ’ τις οποίες οι 400 λίρες στερλίνες αντιπροσώπευαν την αξία των πρώτων υλών, των μηχανών κλπ., τότε θα λέγαμε ότι το ποσοστό του κέρδους ανέρχεται μονάχα σε 20 τα εκατό, γιατί το κέρδος των 100 λιρών δε θα ήταν παρά μονάχα το ένα πέμπτο του συνολικού κεφαλαίου που καταβλήθηκε.

Ο πρώτος τρόπος με τον οποίο εκφράζεται το ποσοστό του κέρδους είναι ο μόνος που σας δείχνει την πραγματική αναλογία ανάμεσα στην πληρωμένη και στην απλήρωτη δουλειά, τον πραγματικό βαθμό της εκμετάλλευσης (exploitation, θα μου επιτρέψετε να χρησιμοποιήσω αυτή τη γαλλική λέξη) της εργασίας. Ο άλλος τρόπος έκφρασης είναι αυτός που συνηθίζεται γενικά, και πραγματικά είναι κατάλληλος για ορισμέ-νους σκοπούς. Οπωσδήποτε είναι πολύ χρήσιμος για να συγκαλύπτει σε ποιο βαθμό ο κεφαλαιοκράτης ξεζουμίζει από τον εργάτη δωρεάν εργασία.

Στις παρατηρήσεις που έχω να κάνω ακόμα θα χρησιμοποιώ τη λέξη κέρδος γαι το συνολικό ποσό της υπεραξίας που ξεζουμίζει ο κεφαλαιοκράτης, χωρίς να παίρνω καθόλου υπόψη την κατανομή αυτής της υπεραξίας ανάμεσα στα διάφορα πρόσωπα. Εκεί όμως που θα χρησιμοποιώ τις λέξεις ποσοστό του κέρδους, θα συγκρίνω πάντα το κέρδος με την αξία του κεφαλαίου που καταβάλλεται σε μισθό της εργασίας.

------------------------------------

Καρλ Μαρξ, Μισθός, Τιμή και Κέρδος, κεφ. 11ο, σελ. 54 – 58, Εκδ. Σύγχρονη Εποχή 2003

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου