… Από τις πολλές σπουδαίες ανακαλύψεις, με τις οποίες έγραψε ο Μαρξ το όνομά του στην ιστορία της επιστήμης, μπορούμε εδώ να υπογραμμίσουμε μόνο δύο. Η πρώτη είναι η ριζική αλλαγή που έφερε στον τρόπο αντίληψης της παγκόσμιας ιστορίας. Όλη η μέχρι σήμερα αντίληψη της ιστορίας βασιζόταν στη γνώμη ότι τα τελικά αίτια όλων των ιστορικών αλλαγών πρέπει να αναζητηθούν στις μεταβαλλόμενες ιδέες των ανθρώπων και ότι απ’ όλες τις ιστορικές αλλαγές οι πολιτικές είναι οι σπουδαιότερες, είναι αυτές που καθορίζουν την πορεία όλης της ιστορίας. Από πού όμως έρχονται οι ιδέες στους ανθρώπους και ποιες είναι οι κινητήριες αιτίες των πολιτικών αλλαγών; Γι’ αυτά δε ρωτούσαν. Μόνο στη νεότερη σχολή των γάλλων και εν μέρει και των άγγλων ιστορικών γεννήθηκε η πεποίθηση ότι, τουλάχιστον από την εποχή του μεσαίωνα, η κινητήρια δύναμη της ευρωπαϊκής ιστορίας είναι ο αγώνας της αναπτυσσόμενης αστικής τάξης ενάντια στη φεουδαρχική αριστοκρατία για την κοινωνική και πολιτική επικράτηση.
Τώρα ο Μάρξ απόδειξε ότι όλη η προηγούμενη ιστορία είναι ιστορία ταξικών αγώνων, ότι σ’ όλους τους πολλαπλούς και σύνθετους πολιτικούς αγώνες πρόκειται μόνον για την κοινωνική και πολιτική επικράτηση κοινωνικών τάξεων, για τη διατήρηση της κυριαρχίας από τις παλιές τάξεις, για την κατάκτηση της κυριαρχίας από τις καινούργιες τάξεις που ανεβαίνουν. Από πού όμως πάλι σχηματίζονται και υπάρχουν αυτές οι τάξεις; Από τους κάθε φορά χειροπιαστούς υλικούς όρους, κάτω από τους οποίους, σε κάθε δοσμένη στιγμή, παράγει και ανταλλάσσει η κοινωνία τα μέσα συντήρησής της. Η φεουδαρχία του μεσαίωνα στηριζότανε στην αυτάρκη οικονομία μικρών αγροτικών κοινοτήτων που ικανοποιούσε μόνη και σχεδόν χωρίς καμιά ανταλλαγή όλες σχεδόν τις ανάγκες τους, και που η στρατιωτική αριστοκρατία τις προστάτευε από εξωτερικούς κινδύνους και τους εξασφάλιζε εθνική ή τουλάχιστον πολιτική συνοχή. Όταν εμφανίστηκαν οι πόλεις και μαζί τους η ξεχωριστή χειροτεχνική βιομηχανία και η εμπορική κυκλοφορία, αρχικά στο εσωτερικό της χώρας και αργότερα διεθνώς, δημιουργήθηκε η αστική τάξη των πόλεων που παλεύοντας ενάντια στην αριστοκρατία επέβαλε από το μεσαίωνα κιόλας την ένταξή της, σαν εξίσου προνομιούχα τάξη, στο φεουδαρχικό καθεστώς. Με την ανακάλυψη όμως της εξωευρωπαϊκής υδρογείου από τα μέσα του XV αιώνα, η αστική τάξη απόκτησε ένα πολύ ευρύτερο εμπορικό πεδίο και ένα νέο κίνητρο για τη βιομηχανία της. Στους σπουδαιότερους κλάδους εκτοπίστηκε η χειροτεχνία από την εργοστασιακή μανιφακτούρα και αυτή πάλι από τη μεγάλη βιομηχανία, που μπόρεσε να δημιουργηθεί ύστερα από τις ανακαλύψεις του περασμένου αιώνα, ιδίως της ατμοκίνητης μηχανής. Η μεγάλη βιομηχανία επέδρασε με τη σειρά της πάνω στο εμπόριο παραμερίζοντας στις καθυστερημένες χώρες την παλιά χειροτεχνία και δημιουργώντας στις πιο αναπτυγμένες τα σημερινά καινούργια μέσα συγκοινωνίας, ατμοκίνητες μηχανές, σιδηροδρόμους, ηλεκτρικούς τηλέγραφους. Έτσι η αστική τάξη συγκέντρωνε στα χέρια της όλο και πιο πολύ τον κοινωνικό πλούτο και την κοινωνική δύναμη, ενώ για πολύ καιρό ακόμα έμενε αποκλεισμένη από την πολιτική εξουσία που βρισκόταν στα χέρια της αριστοκρατίας και της μοναρχίας που στηριζόταν στην αριστοκρατία. Σε μιαν ορισμένη βαθμίδα της εξέλιξης - στη Γαλλία ύστερα από τη μεγάλη Επανάσταση - η αστική τάξη κατάκτησε και την πολιτική εξουσία και έγινε έτσι με τη σειρά της κυρίαρχη τάξη απέναντι στο προλεταριάτο και τους μικροχωρικούς. Με βάση αυτή την άποψη και με την απαραίτητη γνώση της κάθε φορά οικονομικής κατάστασης της κοινωνίας - κάτι που λείπει ολότελα από τους ειδικούς ιστοριογράφους μας - εξηγούνται, με τον πιο απλό τρόπο, όλα τα ιστορικά φαινόμενα. Έτσι, επίσης με τον πιο απλό τρόπο, εξηγούνται οι παραστάσεις και οι ιδέες, που επικρατούσαν σε κάθε ιστορική περίοδο, από τους οικονομικούς όρους ζωής και από τις κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις αυτής της περιόδου που καθορίζονται από τους όρους αυτούς. Για πρώτη φορά η ιστορία τοποθετήθηκε στη σωστή της βάση. Το χειροπιαστό γεγονός, που όμως μέχρι τώρα το είχαν εντελώς παραβλέψει, ότι οι άνθρωποι πριν απ’ όλα πρέπει να τρώνε, να πίνουν, να έχουν κατοικία και να ντύνονται, ότι πρέπει επομένως να εργάζονται, πριν αρχίσουν να παλεύουν για την κυριαρχία, πριν αρχίσουν να ασχολούνται με την πολιτική, τη θρησκεία, τη φιλοσοφία κτλ - αυτό το χειροπιαστό γεγονός απόκτησε επιτέλους την ιστορική του δικαίωση.
Τώρα ο Μάρξ απόδειξε ότι όλη η προηγούμενη ιστορία είναι ιστορία ταξικών αγώνων, ότι σ’ όλους τους πολλαπλούς και σύνθετους πολιτικούς αγώνες πρόκειται μόνον για την κοινωνική και πολιτική επικράτηση κοινωνικών τάξεων, για τη διατήρηση της κυριαρχίας από τις παλιές τάξεις, για την κατάκτηση της κυριαρχίας από τις καινούργιες τάξεις που ανεβαίνουν. Από πού όμως πάλι σχηματίζονται και υπάρχουν αυτές οι τάξεις; Από τους κάθε φορά χειροπιαστούς υλικούς όρους, κάτω από τους οποίους, σε κάθε δοσμένη στιγμή, παράγει και ανταλλάσσει η κοινωνία τα μέσα συντήρησής της. Η φεουδαρχία του μεσαίωνα στηριζότανε στην αυτάρκη οικονομία μικρών αγροτικών κοινοτήτων που ικανοποιούσε μόνη και σχεδόν χωρίς καμιά ανταλλαγή όλες σχεδόν τις ανάγκες τους, και που η στρατιωτική αριστοκρατία τις προστάτευε από εξωτερικούς κινδύνους και τους εξασφάλιζε εθνική ή τουλάχιστον πολιτική συνοχή. Όταν εμφανίστηκαν οι πόλεις και μαζί τους η ξεχωριστή χειροτεχνική βιομηχανία και η εμπορική κυκλοφορία, αρχικά στο εσωτερικό της χώρας και αργότερα διεθνώς, δημιουργήθηκε η αστική τάξη των πόλεων που παλεύοντας ενάντια στην αριστοκρατία επέβαλε από το μεσαίωνα κιόλας την ένταξή της, σαν εξίσου προνομιούχα τάξη, στο φεουδαρχικό καθεστώς. Με την ανακάλυψη όμως της εξωευρωπαϊκής υδρογείου από τα μέσα του XV αιώνα, η αστική τάξη απόκτησε ένα πολύ ευρύτερο εμπορικό πεδίο και ένα νέο κίνητρο για τη βιομηχανία της. Στους σπουδαιότερους κλάδους εκτοπίστηκε η χειροτεχνία από την εργοστασιακή μανιφακτούρα και αυτή πάλι από τη μεγάλη βιομηχανία, που μπόρεσε να δημιουργηθεί ύστερα από τις ανακαλύψεις του περασμένου αιώνα, ιδίως της ατμοκίνητης μηχανής. Η μεγάλη βιομηχανία επέδρασε με τη σειρά της πάνω στο εμπόριο παραμερίζοντας στις καθυστερημένες χώρες την παλιά χειροτεχνία και δημιουργώντας στις πιο αναπτυγμένες τα σημερινά καινούργια μέσα συγκοινωνίας, ατμοκίνητες μηχανές, σιδηροδρόμους, ηλεκτρικούς τηλέγραφους. Έτσι η αστική τάξη συγκέντρωνε στα χέρια της όλο και πιο πολύ τον κοινωνικό πλούτο και την κοινωνική δύναμη, ενώ για πολύ καιρό ακόμα έμενε αποκλεισμένη από την πολιτική εξουσία που βρισκόταν στα χέρια της αριστοκρατίας και της μοναρχίας που στηριζόταν στην αριστοκρατία. Σε μιαν ορισμένη βαθμίδα της εξέλιξης - στη Γαλλία ύστερα από τη μεγάλη Επανάσταση - η αστική τάξη κατάκτησε και την πολιτική εξουσία και έγινε έτσι με τη σειρά της κυρίαρχη τάξη απέναντι στο προλεταριάτο και τους μικροχωρικούς. Με βάση αυτή την άποψη και με την απαραίτητη γνώση της κάθε φορά οικονομικής κατάστασης της κοινωνίας - κάτι που λείπει ολότελα από τους ειδικούς ιστοριογράφους μας - εξηγούνται, με τον πιο απλό τρόπο, όλα τα ιστορικά φαινόμενα. Έτσι, επίσης με τον πιο απλό τρόπο, εξηγούνται οι παραστάσεις και οι ιδέες, που επικρατούσαν σε κάθε ιστορική περίοδο, από τους οικονομικούς όρους ζωής και από τις κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις αυτής της περιόδου που καθορίζονται από τους όρους αυτούς. Για πρώτη φορά η ιστορία τοποθετήθηκε στη σωστή της βάση. Το χειροπιαστό γεγονός, που όμως μέχρι τώρα το είχαν εντελώς παραβλέψει, ότι οι άνθρωποι πριν απ’ όλα πρέπει να τρώνε, να πίνουν, να έχουν κατοικία και να ντύνονται, ότι πρέπει επομένως να εργάζονται, πριν αρχίσουν να παλεύουν για την κυριαρχία, πριν αρχίσουν να ασχολούνται με την πολιτική, τη θρησκεία, τη φιλοσοφία κτλ - αυτό το χειροπιαστό γεγονός απόκτησε επιτέλους την ιστορική του δικαίωση.
Αυτός ο νέος τρόπος αντίληψης της ιστορίας είχε την πιο μεγάλη σημασία για τη σοσιαλιστική άποψη. Απόδειξε ότι όλη η μέχρι σήμερα ιστορία κινείται μέσα σε ταξικές αντιθέσεις και ταξικούς αγώνες, ότι πάντα υπήρχαν κυρίαρχες και υπόδουλες, εκμεταλλεύτριες και εκμεταλλευόμενες τάξεις και ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων ήταν πάντα καταδικασμένη σε σκληρή δουλειά και λίγη απόλαυση. Γιατί αυτό; Απλούστατα, γιατί σ’ όλες τις προηγούμενες βαθμίδες εξέλιξης της ανθρωπότητας η παραγωγή ήταν ακόμα τόσο λίγο αναπτυγμένη, που η ιστορική εξέλιξη δε μπορούσε να γίνει παρά μόνο μ’ αυτή την ανταγωνιστική μορφή. Η ιστορική πρόοδος είχε ανατεθεί γενικά στη δράση μιας μικρής προνομιούχας μειοψηφίας, ενώ η μεγάλη μάζα έμενε καταδικασμένη να βγάζει με τη δουλειά της τα πενιχρά μέσα συντήρησης για τον εαυτό της και επιπρόσθετα να μεγαλώνει αδιάκοπα τα πλούτοι των προνομιούχων. Αυτός ο ίδιος τρόπος εξέτασης της ιστορίας που εξηγεί έτσι φυσικά και λογικά την τωρινή ταξική κυριαρχία που την απόδιδαν πριν στην κακία των ανθρώπων, οδηγεί επίσης και στην κατανόηση ότι εξαιτίας της τόσο τεράστιας αύξησης των παραγωγικών δυνάμεων της σημερινής εποχής, τουλάχιστον στις πιο προηγμένες χώρες, εξαφανίστηκε και η τελευταία δικαιολογία για το χωρισμό των ανθρώπων σε κυρίαρχους και υπόδουλους, σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους. Ότι η κυρίαρχη μεγαλοαστική τάξη εκπλήρωσε την ιστορική της αποστολή, ότι δεν είναι πια σε θέση να καθοδηγεί την κοινωνία και ότι μάλιστα γίνεται εμπόδιο στην ανάπτυξη της παραγωγής, όπως το αποδείχνουν οι κρίσεις στο εμπόριο και ιδίως η τελευταία μεγάλη κρίση και η ασφυκτική κατάσταση της βιομηχανίας σ’ όλες τις χώρες. Ότι η ιστορική καθοδήγηση πέρασε στα χέρια του προλεταριάτου, της τάξης που σύμφωνα με όλη την κοινωνική της θέση, μπορεί να απελευθερωθεί μόνο με την κατάργηση κάθε ταξικής κυριαρχίας, κάθε δουλείας και κάθε εκμετάλλευσης γενικά. Ότι οι κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις, που με την ανάπτυξή τους ξέφυγαν από τα χέρια της αστικής τάξης, περιμένουν μόνο τη στιγμή να τις πάρει στην κατοχή του το οργανωμένο προλεταριάτο για να δημιουργήσει μια κατάσταση, που θα επιτρέψει σε κάθε μέλος της κοινωνίας όχι μόνο τη συμμετοχή στην παραγωγή, αλλά και στην κατανομή και διαχείριση του κοινωνικού πλούτου, και που με μια σχεδιασμένη οργάνωση όλης της παραγωγής θα ανεβάσει σε τέτοιο σημείο τις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις και την απόδοσή τους που θα εξασφαλίζουν στον καθένα και σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό την ικανοποίηση όλων των λογικών αναγκών του.
Απόσπασμα από το κείμενο ‘Καρλ Μαρξ’ του Φ. Ένγκελς, που γράφτηκε τον ιούνη του 1877 και προδημοσιεύτηκε στο «Λαϊκό ημερολόγιο», Μπράουνσβαϊγκ, 1878
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου