Το όνειρο του Γιάννη Σπάθα (Socrates), του Άρη Τασούλη (Μπουρμπούλια), του Γιάννη Κιουρκτσόγλου, του Νίκου Δαπέρη, του Τάκη Ανδρούτσου (Πελόμα Μποκιού) και κάθε νεαρού κιθαρίστα πριν από σαράντα χρόνια ήταν να αποκτήσει μία κιθάρα Fender Stratocaster και έναν ενισχυτή Marshal 100 Watt. Δηλαδή, τα βασικά εργαλεία του Τζίμι Χέντριξ επί σκηνής. Περνώντας από την πιο ελαφριά ποπ στο πιο σκληρό ροκ, τα ελληνικά συγκροτήματα δέχονταν επιρροές από τους πιο εντυπωσιακούς και καινοτόμους μουσικούς. Ο Πιτ Τάουνσεντ των Who και ο Τζίμι Χέντριξ ήταν αυτοί που ξεχώριζαν περισσότερο. Όχι μόνο για τη δεξιοτεχνία τους, αλλά και για τις παραμορφώσεις που επέβαλαν στους ήχους σε συνδυασμό με τη σκηνική τους παρουσία που ξέφευγε από τα ήθη της εποχής.
Ειδικά ο Χέντριξ, που πέθανε πριν από 40 χρόνια, στις 18 Σεπτεμβρίου του 1970, άλλαξε τον τρόπο που παιζόταν και ακουγόταν η ροκ μουσική. Όλοι οι κιθαρίστες είχαν σαν βάση το ριθμ εντ μπλουζ. Στην Αγγλία, οι Έρικ Κλάπτον, Τζεφ Μπεκ, Κιθ Ρίτσαρντς, Πίτερ Γκριν, Τζον Μάγιαλ, Αλέξις Κόρνερ, Τζίμι Πέιτζ και πολλοί άλλοι εμπνέονταν απεριόριστα από τον ήχο της ακουστικής κιθάρας που προερχόταν από το Δέλτα του Μισισιπή και της ηλεκτρικής από το Σικάγο. Όλοι, όμως, ήταν λευκοί. Μέχρι που εμφανίστηκε ο Χέντριξ στο Λονδίνο. Ένας κιθαρίστας που διαμόρφωσε το προσωπικό του στιλ παίζοντας κλασικό ριθμ εντ μπλουζ και ροκ εντ ρολ με τους Isley Brothers και τον Λιτλ Ρίτσαντ στην Αμερική, χωρίς να κρύβει το θαυμασμό του για τον Μπομπ Ντίλαν και τον Έντι Κόχραν.
Ένα στιλ που ταίριαζε περισσότερο σε λευκούς ακροατές, που αναγόρευαν σε ινδάλματα τους σολίστες της κιθάρας, και λιγότερο σε μαύρους που εκφράζονταν καλύτερα μέσα από τους ρυθμούς της σόουλ μουσικής και τις φωνές του Τζέιμς Μπράουν και της Αρίθα Φράνκλιν. Γι’ αυτό, το ταλέντο του Τζίμι αναγνωρίζεται πρώτα στην Αγγλία, όπου οι κιθαρίστες προσπαθούσαν να δημιουργήσουν νέες πρωτότυπες φόρμες. Ο Χέντριξ έγινε αποδεκτός και βρήκε το κατάλληλο περιβάλλον για να δείξει το ταλέντο και την ευρηματικότητα του.
Στην Αμερική, ακόμα και στους προοδευτικούς κύκλους, οι μαύροι ήταν με τους μαύρους, οι λευκοί με τους λευκούς. Στο Γούντστοκ, το 1969, ελάχιστοι ήταν οι μαύροι καλλιτέχνες στο πλουσιότατο πρόγραμμα του φεστιβάλ. Κι όταν πια εμφανίστηκε ο Χέντριξ, στο κλείσιμο του τριημέρου, είχε μείνει μόνο τα ένα τρίτο των πεντακοσίων χιλιάδων θεατών. Βέβαια, αποζημιώθηκαν για την αντοχή τους, γιατί ο Χέντριξ ήταν κάτι διαφορετικό και αποθεώθηκε όταν έπαιξε τον αμερικανικό εθνικά ύμνο σε μια ελεύθερη διασκευή που αναιρούσε το μιλιταριστικό χαρακτήρα του και έκτοτε θεωρείται το απαύγασμα των μουσικών του αντιπολεμικού κινήματος.
Ένωσε την πολιτική με τη μουσική
Στο Λονδίνο, ο Χέντριξ απέκτησε το σταθερό περιβάλλον που του έλειπε. Έχοντας χάσει νωρίς τη μητέρα του, στα 36 της από αλκοόλ, και με τα τρία από τα τέσσερα αδέρφια του με αναπηρίες μοιρασμένα σε ορφανοτροφεία και ανάδοχες οικογένειες, ο Χέντριξ, μόλις απολύθηκε από το στρατό που είχε καταταγεί για να γλιτώσει μια καταδίκη για κλοπή αυτοκινήτων, γύριζε σε όλη την Αμερική, από ξενοδοχεία σε ξενοδοχείο και από κλαμπ σε κλαμπ, προσφέροντας τις υπηρεσίες του σε διάφορα μαύρα συγκροτήματα.
Η τύχη του άλλαξε όταν ο μπασίστας των Άνιμαλς Τσας Τσάντλερ έγινε μάνατζέρ του και προσπάθησε να διοχετεύσει όλη αυτή τη δημιουργικότητα σε μια πετυχημένη καριέρα, με τη συνοδεία δύο λευκών μουσικών (Μιτς Μίτσελ και Νόελ Ρέντινγκ). Τα πρώτα δισκάκια 45 στροφών (Hey Joe, Purple Haze κ.λπ.) τον καθιέρωσαν αμέσως στην Αγγλία, ενώ στην Αμερική χρειάστηκε η επεισοδιακή του εμφάνισή στο φεστιβάλ του Monterey για να γίνει γνωστός.
Ένας μαύρος που έπαιζε ψυχεδελικό ροκ, ντυμένος χίπικα, με πολύχρωμα φαρδιά πουκάμισα και χαϊμαλιά, με δύο λευκούς μουσικούς, ήταν ανορθόδοξος ακόμα και στην πιο ανορθόδοξη περίοδο της ποπ κουλτούρας. Όλα είχαν ξαναγίνει πριν, αλλά όχι από ένα πρόσωπο. Ο Χέντριξ χρησιμοποιούσε κάθε αξεσουάρ για να παραμορφώνει τον ήχο και να τον παραποιεί με τρέμουλο και μικροφωνισμούς. Ο τεχνικός Ρότζερ Μάγερ επινοούσε εξαρτήματα που αλλοίωναν τον ήχο ειδικά για κείνον, τα οποία στη συνέχεια γίνονταν μέρος του εξοπλισμού κάθε ροκ κιθαρίστα. Ο Χέντριξ έπαιζε με την κιθάρα ανάμεσα στα πόδια ή πίσω στους ώμους, έπαιζε ακόμα και με τα δόντια, αξιοποιώντας ένα κόλπο που είχε δει να κάνουν περιθωριακοί μουσικοί του μπλουζ.
Μερικά τρικ ήταν αυθόρμητα και μερικά σκηνοθετημένα, αλλά σηματοδοτούσαν ρήξη, καθώς πολιτική και μουσική συνδέονταν. Ο Χέντριξ έσπασε αρκετές κιθάρες επί σκηνής ενισχύοντας το ριζοσπαστικό προφίλ του και μερικές τις έκοψε με βενζίνη, πριν τις μοιράσει σε μικρά κομμάτια στο κοινό. Μερικοί το θεώρησαν μαγεία, βουντού, που είχε ρίζες στις κοινότητες των μαύρων στον αμερικανικό Νότο. Και άλλοι πετυχημένο διαφημιστικό τρικ. Επίσης, ο Χέντριξ τραγουδούσε σολάροντας, ενώ συνήθως οι κιθαρίστες ακομπανιάρουν τον εαυτό τους.
Δοκιμάζοντας νέους ήχους
Όλα αυτά θα ήταν γελοία, αν δεν εναρμονίζονταν με υψηλή δεξιοτεχνία και πρωτοτυπία και δεν ενσωματώνονταν στα καταπληκτικά τραγούδια που έγραφε ο ίδιος ή διασκεύαζε με τρόπο μοναδικό. Παραμένουν μυθικές οι εκτελέσεις του Χέντριξ στα αριστουργήματα Killing Floor (Howlin’ Wolf), Rock me baby (B. B. King), Sg. Pepper’s (Beatles), All along the watchtower (Bob Dylan), Sunshine of your love (Cream) κ.α. Μέχρι τότε, μόνο μουσικοί της τζαζ σαν τον Τζον Κολτρέιν έκαναν τόσους αυτοσχεδιασμούς και μόνον τραγουδιστές σαν τον Τζέιμς Μπράουν έκαναν εκρηκτικά σόου.
Ο Χέντριξ έλεγε «θέλω να κάνω με την κιθάρα μου αυτά που κάνει ο Λιτλ Ρίτσαρντ με τη φωνή του». Και ήταν τόσο αξιοθαύμαστα αυτά που άνοιξαν το δρόμο στο χαρντ ροκ, το τζαζ-ροκ και το χιπ-χοπ. Ο Μάιλς Ντέιβις, πρωτοπόρος στη μίξη τζαζ και ροκ, δεν ήταν ο μόνος καθιερωμένος μουσικός που θαύμαζε τον Χέντριξ, του οποίου η επιρροή εντοπίζεται στον Prince και τον Ice-T, αλλά κι εκεί που κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί. Είναι πολύ χαρακτηριστική η πόζα του Γιάννη Παπαϊωάννου που κάθεται πάνω στα σπασμένα πιάτα και παίζει με το μπουζούκι πάνω στους ώμους, σαν τον Χέντριξ - σκηνή που θα επαναληφθεί από πολλούς σε συναυλίες και κέντρα διασκέδασης.
Πολλοί και διαφορετικού είδους καλλιτέχνες δελεαστήκαν από τα κομμάτια του και το ξανατραγούδησαν με το δικό τους ύφος, υπογραμμίζοντας την αξία του ως συνθέτη. Στην Ελλάδα, οι πρωτοπόροι MGC ηχογράφησαν σε δίσκο 45 στροφών το Foxy Lady, λίγο μετά την κυκλοφορία του στην Αγγλία! Στο εξωτερικό, μεταξύ άλλων, οι Cure, οι Pretenders, αλλά και ο τζαζίστας Πατ Μέθενι, έκαναν δεύτερες εκτελέσεις. Μάλιστα, ο Νάιτζελ Κένεντι, ο βιολιστής και μαέστρος που κατέχει το παγκόσμιο ρεκόρ πωλήσεων στην κλασική μουσική με τις «Τέσσερις Εποχές» του Βιβάλντι, διασκεύασε και ηχογράφησε έξι συνθέσεις του Χέντριξ, εξομοιώνοντας τον με τον Μπαχ και τον Σοπέν!
Ο αναπάντεχος θάνατος του Τζίμι έδωσε λαβή για πολλές θεωρίες. Ένας συνεργάτης κατηγόρησε τον μάνατζερ Μάικ Τζέφερι ότι έβαλε να σκοτώσουν τον Χέντριξ εξαναγκάζοντας τον να καταπιεί μεγάλες ποσότητες βαρβιτουρικών και οινοπνεύματος, κάτι που δεν απέκλεισε ο γιατρός που έκανε τη νεκροψία βρίσκοντας τεράστιες ποσότητες από κόκκινο κρασί όχι μόνο στο στομάχι και τα πνευμόνια του, αλλά και στα ρούχα και τα μαλλιά του. Η πιο στενή του φίλη Κάθι Μαίρη Έτσιγχαμ (για την οποία έγραψε και το τραγούδι The wind cries Mary) υποπτευόταν ότι η γυναίκα που ήταν μαζί του τη νύχτα της 18ης Σεπτεμβρίου 1970 έδωσε την υπερβολική δόση που ήταν μοιραία για τον μόλις 27χρονο καλλιτέχνη. Η έρευνα όμως της Σκότλαντ Γιάρντ δεν επιβεβαίωσε τις καταγγελίες και η επίσημη εκδοχή του θανάτου από αναρρόφηση δεν άλλαξε.
Στις ΗΠΑ αναπτύχθηκε η θεωρία της δολοφονίας του από τις μυστικές υπηρεσίες, ιδιαίτερα μετά τη δημοσιοποίηση των φακέλων του FBI που απεκάλυψαν ότι ο Χέντριξ, ο Τζιμ Μόρισον, η Τζάνις Τζόπλιν και άλλοι καλλιτέχνες που πέθαναν από μη φυσικές αιτίες, ήταν υπό παρακολούθηση είτε επειδή σχετίζονταν με το αντιπολεμικό κίνημα είτε επειδή είχαν «αποκλίνουσα συμπεριφορά» (σεξ, βία, ναρκωτικά κ.λπ.). Σ’ αυτή την πορεία πολιτικοποίησης και την επιρροή του κινήματος των Μαύρων Πανθήρων αποδίδουν ορισμένοι μελετητές την απόφασή του να δημιουργήσει. μετά τη διάλυση των Experience, ένα εξ ολοκλήρου μαύρο συγκρότημα, τους Band of Gypsys (Ορχήστρα των Γύφτων) με τον Μπίλι Κοξ και τον Μπάντι Μάιλς, τονίζοντας το χρώμα και την καταγωγή του. Μόνο οι ερωμένες του παρέμεναν λευκές!
Είναι εντυπωσιακό το απόθεμα της σύντομης καριέρας του Τζίμι Χέντριξ. Εκτός από τα τρία πρώτα LP που τον καθιέρωσαν σε διάστημα δύο ετών (1967-68), έχουν κυκλοφορήσει πάνω από εκατό δίσκοι με υλικό ηχογραφημένα σε συναυλίες, ραδιοφωνικούς σταθμούς και στούντιο. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν ακόμα εκπλήξεις. Ακούγοντας το πιο πρόσφατο CD «Valleys of Neptune», ο Ρον Τζέικομπς έγραψε ενθουσιασμένος ότι «ακούς τον Χέντριξ με ένα εντελώς νέα τρόπο». Ενώ άναβε φωτιές στις ζωντανές εμφανίσεις του (υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τις 500), ξημεροβραδιαζόταν στο στούντιο δοκιμάζοντας νέους ήχους. Η υπέρμετρη τελειομανία και ο ακατάπαυστος πειραματισμός, που συχνά δεν κατέληγε σε συγκεκριμένο αποτέλεσμα, χάλασε τη συνεργασία με τον Τσάντλερ. Αυτός ήταν και ο λόγος που καταχρεώθηκε για να φτιάξει το Electric Lady Studio στη Νέα Υόρκη (το οποία λειτουργεί μέχρι σήμερα). Αυτή η μεγάλη κληρονομιά τον ανέδειξε στον καλύτερο ροκ κιθαρίστα όλων των εποχών από το περιοδικό «Ρόλινγκ Στόουν». Στο Λονδίνο, η έκθεση «Ο Χέντριξ στη Βρετανία», σαράντα χρόνια από το θάνατό του, θα είναι ανοιχτή έως τις επτά Νοεμβρίου, στο σπίτι που πριν από τον Χέντριξ έμενε ο συνθέτης Γεώργιος Φρειδερίκος Χέντελ. Και στο Σιάτλ, τη γενέτειρα του Τζίμι, το χάι-τεκ μουσείο μουσικής που δημιούργησε σ συνιδρυτής της Microsoft Πολ Άλεν για να τιμήσει το ίνδαλμα του, ξεπέρασε σε κόστος τα 100 εκατομμύρια δολάρια! Για πολλούς ανθρώπους, ο Τζίμι Χέντριξ είναι πράγματι αθάνατος!
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου