Το παρακάτω κείμενο είναι μετάφραση ενός κειμένου της ομάδας Comidad. Ο τίτλος του πρωτοτύπου είναι «LIBIA: UNA GUERRA DEL PETROLIO TRA ENI E BP?» και βρίσκεται στο blog της ομάδας Comidad.
Υπάρχουν πολλά στοιχεία που «συμβουλεύουν» την πολύ προσεκτική αξιολόγηση των «ειδήσεων» που αφορούν τη Λιβύη.
Σε αντίθεση με την Αίγυπτο, η Λιβύη δεν έχει μάζες απελπισμένων στα αστικά κέντρα, εν μέρει γιατί το καθεστώς έχει υιοθετήσει ένα πατερναλιστικό/κοινωνικού τύπου σύστημα, χάρη στο οποίο έχει αποφύγει καταστάσεις έντονης ανέχειας, και εν μέρει επειδή λείπουν εντελώς οι μάζες, αφού μιλάμε για μια πολύ αραιοκατοικημένη χώρα, στην οποία ακόμα και το επίσημο νούμερο των 4 εκ. κατοίκων προκύπτει από σχετικά «φουσκωμένες» δημογραφικές εκτιμήσεις όσον αφορά τους κατοίκους των διαφόρων ερημικών περιοχών.
Επίσης, πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν ότι τα εκατομμύρια των διαδηλωτών που είδαμε στο Κάιρο, έχαιραν της σχετικά φιλικής ουδετερότητας του στρατού, ενώ οι λίγες χιλιάδες (?) ειρηνικών λίβυων διαδηλωτών, σύμφωνα με τα ΜΜΕ, υποτίθεται ότι δέχθηκαν αεροπορικό βομβαρδισμό και επίθεση με πυραύλους: μια λεπτομέρεια που φαντάζει αρκούντως υπερρεαλιστική, και όχι επειδή το καθεστώς δεν είναι ικανό να κάνει κάτι τέτοιο, αλλά επειδή μόνο μια οπλισμένη εξέγερση – και μάλιστα πολύ καλά οπλισμένη – θα μπορούσε να αντέξει για καιρό σε μια τέτοιου είδους αντιμετώπιση. Συνεπώς, αντί για εξέγερση, θα επρόκειτο μάλλον για ένα πραξικόπημα, και μάλιστα με επαφές σε διάφορους τομείς του λιβυκού καθεστώτος. Η λέξη «Δικτάτορας» είναι μία από αυτές τις λέξεις που μπορούν να στείλουν απευθείας για διακοπές την κριτική σκέψη της κοινής γνώμης στις δυτικές κοινωνίες, και αυτό εξηγεί και το γιατί η μηντιακή αφήγηση μιας αυθόρμητης λαϊκής εξέγερσης, η οποία όμως αποδεικνύεται ικανή να καταλάβει μια ολόκληρη πόλη όπως τη Βεγγάζη, δεν δημιούργησε καμία έκπληξη ή αμφιβολία.
Τα Χριστούγεννα του 1989 τα ΜΜΕ μας αφηγήθηκαν μια ρουμάνικη «εξέγερση» εναντίον του δικτάτορα Τσαουσέσκου με είκοσι χιλιάδες νεκρούς, αλλά τελικά τα πάντα αποδείχθηκαν ψευδή, προφανώς με απόσταση μηνών, όταν η είδηση είχε χάσει την κεντρικότητά της.
Άλλη μια «λεπτομέρεια» την οποία πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν, έχει να κάνει με την μπίζνα του λυβικού πετρελαίου, μια μπίζνα τέτοιου μεγέθους ώστε να μπορεί να στηρίζει μισό αιώνα ανελέητου πολέμου μεταξύ της ΕΝΙ από τη μία και των αγγλοαμερικανικών πολυεθνικών από την άλλη, και ειδικά της ΒΡ.
Ακόμα και το πραξικόπημα του Καντάφι εις βάρος του βασιλιά Ιντρις, ο οποίος θεωρούνταν γενικά ως αχυράνθρωπος των Ιταλών, είχε σίγουρα την εύνοια των άγλλο-αμερικανικών πολυεθνικών, παρότι, μέσα σε λίγα χρόνια, η ΕΝΙ ανέκτησε το χαμένο έδαφος. Το ότι η τρέχουσα «εξέγερση» στην Λιβύη ενδεχομένως να αποτελεί άλλο ένα κεφάλαιο αυτού του πολέμου του πετρελαίου, δεν είναι μια υπόθεση που πρέπει να απορριφθεί με ελαφριά καρδιά, γιατί η μόνη βέβαιη είδηση αυτή τη στιγμή είναι ακριβώς το ότι η ΕΝΙ κινδυνεύει να χάσει την βασική της πηγή πετρελαίου: Τη Λιβύη.
Όπως ήδη έχει αναφερθεί από αρκετούς αυτές τις μέρες, η ίδια η Λιβύη είναι μια εφεύρεση της Ιταλικής Αποικιοκρατίας. Το 1911 ο τότε πρωθυπουργός, ο φιλελεύθερος Τζιολίττι, κύρηξε τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, με σκοπό να της αποσπάσει δύο βορειοαφρικανικές επαρχίες, την Τριπολίτιδα και την Κυρηναϊκή, οι οποίες συνενώθηκαν δια της βίας υπό την ονομασία Λιβύη, έναν όρο με επιβλητικές ιστορικές αναφορές στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Η υποδαύλιση των φυλετικών - εθνοτικών εντάσεων μεταξύ των διαφόρων πληθυσμών αποτέλεσε επίσης ένα εργαλείο της ιταλικής αποικιοκρατικής εξουσίας, της οποίας η βαρβαρότητα είναι ευρύτατα τεκμηριωμένη.
Δεν μπορεί συνεπώς κάποιος να αποκλείσει το ενδεχόμενο οι εθνοτικοί ανταγωνισμοί να είναι πάλι ο μοχλός με τον οποίο άλλες αποικιοκρατικές δυνάμεις προσπαθούν να αποσταθεροποιήσουν το καθεστώς του Καντάφι, ενδεχομένως προβάλλοντας στους διάφορους αρχηγούς των φυλών την δυνατότητα να συνδιαχειριστούν την μπίζνα του πετρελαίου με τις αγγλοαμερικανικές πολυεθνικές. Σε αυτή την περίπτωση, η αφγανοποίηση της λιβύης θα ήταν μιά αναμενόμενη κατάληξη, και άλλωστε κάθε αποικιοκρατική επίθεση, και κάθε αντίσταση σε αυτή, περιλαμβάνουν αναπόφευκτα και φαινόμενα εμφυλίου πολέμου. Η υποτιθέμενη αμερικανική «υπερδύναμη» πάντα επιδείκνυε πολύ εμφανή όρια, αλλά ο πραγματικός και διαρκής πυρήνας της ισχύος της ήταν το να αποτελεί πάντα ένα σημείο αναφοράς και ένας σύμμαχος των απανταχού αντιδραστικών και επιχειρηματικών ομάδων.
Αυτήν την περίοδο τα ΜΜΕ τείνουν επιπλέον να υπερεκτιμούν το αποτέλεσμα της Λιβυκής αποσταθεροποίησης στις μεταναστευτικές ροές προς την Ιταλία. Οι γεμάτες μετανάστες βάρκες όμως δεν αποτελούν την κύρια διαδρομή διακίνησης της παράνομης μετανάστευσης, διότι δεν αποτελούν τίποτα άλλο παρά έναν φρικτό αντιπερισπασμό για να απομακρύνουν την προσοχή της κοινής γνώμης από τις πραγματικές πύλες εισόδου αυτής της ροής, που είναι οι αποβάθρες των λιμανιών που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αμερικανικού ναυτικού. Στο λιμάνι της Νάπολης, για παράδειγμα, το U.S. Navy ελέγχει πλέον πάνω από τις μισές αποβάθρες, η διαχείριση των οποίων καλύπτεται από απόλυτο στρατιωτικό απόρρητο, και όλα αυτά μετά από ευγενή παραχώρηση της κυβέρνησης Ντ’Αλέμα το 1999. Ο Καντάφι αποδέχθηκε την έμφαση που δόθηκε στον ρόλο του ως αντί-μεταναστευτικού μπάτσου διότι αποτελούσε μια μέθοδο να αποκομίσει -και να δικαιολογήσει δημοσίως- πολιτικά οφέλη από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ιταλία, αλλά πρέπει να διαχωρίζουμε τις υπερβολές της προπαγάνδας από τις αντικειμενικές διαστάσεις αυτού του ρόλου. Οι αμερικάνικες βάσεις, από πάντα, δεν εκτελούν μόνο στρατιωτικούς ρόλους, αλλά κυρίως ελέγχουν την παράνομη διακίνηση, όπως την διακίνηση ηρωίνης από το Αφγανιστάν.
Ένα στοιχείο που δημιουργεί μια μόνιμη ενόχληση στις ανακοινώσεις των τελευταίων ημερών, είναι ο κοινός τόπος της «φιλίας», της προσωπικής σχέσης –που περιλαμβάνει μέχρι και χειροφίλημα- μεταξύ Μπερλουσκόνι και Καντάφι• σε σημείο που έχει γίνει ένα δεδομένο αντικείμενο συνεχούς πολεμικής η μακρά σιωπή που έχει κρατήσει η ιταλική κυβέρνηση σχετικά με την καταστολή που υποτίθεται ότι λαμβάνει χώρα στην Λιβύη. Στην πραγματικότητα, για οτιδήποτε έχει να κάνει με την ενέργεια, η ΕΝΙ, και μόνο η ΕΝΙ, είναι ιστορικά ο μόνος παράγοντας που παίρνει πρωτοβουλίες σε θέματα εξωτερικής πολιτικής.
Ακόμα και οι κολοσσοί UniCredit, Impregilo και Finmeccanica, όσον αφορά τις επενδύσεις τους στη Λιβύη, έχουν συνδεθεί στο άρμα της ΕΝΙ.
Η ύπαρξη ή όχι της αντικειμενικής ικανότητας του Μπερλουσκόνι να στηρίξει τον υποτιθέμενο άξονα προτίμησής που έχει με τον Καντάφι, φάνηκε στις Βρυξέλλες, όταν ο μη-Υπουργός Εξωτερικών Φραττίνι συντάχθηκε παθητικά στην διατύπωση μιας καταδίκης απέναντι στο λυβικό καθεστώς, την έμπνευση της οποίας είχε μια χώρα που βρίσκεται σε προφανή θέση σύγκρουσης συμφερόντων όπως η μεγάλη Βρεττανία, και που προφανώς επέλεξε να υποστηρίξει τη θέση της δικής της πολυεθνικής του πετρελαίου, δηλαδή την πρώην British Petroleum, σήμερα Beyond Petroleum. Ο Φραττίνι και στη συνέχεια ο ίδιος ο Μπερλουσκόνι επαναλάμβαναν τις ειδήσεις των πρακτορείων σχετικά με την καταστολή που υποτίθεται ότι είναι σε εξέλιξη στην Λιβύη, παρότι οι μαρτυρίες των Ιταλών που απομακρύνθηκαν από την χώρα δεν τις επιβεβαιώνουν στο παραμικρό.
Από τις «αποκαλύψεις» του Wikileaks προέκυψε η εικόνα ενός αδύναμου Μπερλουσκόνι, που παίζει το ρόλο του παθητικού γιες μαν των Αμερικάνων, μόνο και μόνο για να εισπράξει φιλικά χτυπήματα στην πλάτη στις διεθνείς συνδιασκέψεις. Οι μισές αλήθειες όμως δημιουργούν το ενδεχόμενο της δρομολόγησης ολόκληρων ψεμάτων, της δημιουργίας δηλαδή της εντύπωσης ότι οι Η.Π.Α. απλώς εκμεταλλεύονται την πολιτική και ανθρώπινη ανεπάρκεια του Μπερλουσκόνι, ενώ στην πραγματικότητα ο θεμέλιος λίθος της αποικιοκρατίας είναι ακριβώς η δημιουργία στα αποικούμενα κράτη, άρχουσες τάξεις αδύναμες και υπέρ-διεφθαρμένες.
Το πρόβλημα δεν αφορά μόνο την εκβιασιμότητα του Μπερλουσκόνι, αλλά και τους εκβιασμούς στους οποίους υπόκεινται οι αντίπαλοί του οι οποίοι είναι πάντα ντροπαλοί και διστακτικοί τις σημαντικές στιγμές.
Ακόμα και το «Il Fatto Quotidiano» (Σ.τ.Μ. ιταλική εφημερίδα) προσποιείται ότι έχει ξεχάσει, πως, επί τρία χρόνια κατήγγειλε ότι το πραγματικό δεκανίκι του Μπερλουσκόνι ήταν στην πραγματικότητα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, και συντάσσεται σήμερα στην διαδικασία μηντιακής αγιοποίησης του Ναπολιτάνο, σιωπώντας όσον αφορά την ιστορία των διφορούμενων σχέσεών του με τις Η.Π.Α. ακόμα από την εποχή που ήταν στο Κομμουνιστικό κόμμα Ιταλίας.
Τις προηγούμενες δεκαετίες, η ΕΝΙ χρησιμοποίησε την οικονομική της ισχύ για να επιβάλλει τα συμφέροντά της στις εκάστοτε κυβερνήσεις, αφήνοντάς τες μόνο μια μιντιακή βιτρίνα, μια βιτρίνα την οποία ο Μπερλουσκόνι καταχράστηκε περισσότερο από οποιονδήποτε γιατί αποτελούσε τον μοναδικό τρόπο που είχε για να κρύψει την ανεπάρκειά του. Αλλά η πολιτική της ΕΝΙ εδώ και καιρό έχει αρχίσει να ξεφτάει, γιατί είναι προφανές ότι μια κυβέρνηση μαριονέτα στην υπηρεσία των Η.Π.Α. όχι μόνο δεν μπορεί να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της, αλλά, αντίθετα, αποτελεί έναν επιπλέον αντίπαλο.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου