ΤΕΤΑΡΤΟ: Ο κομμουνισμός τους έφτανε στα άκρα. Ακόμα και σ’ αυτά τα ρούχα τους. Ο Φίλων γράφει: «Σ’ αυτούς, όχι μόνο το φαγητό, αλλά και ο ιματισμός ήταν κοινός. Γιατί υπάρχουν βαριά χειμωνιάτικα ρούχα για τον χειμώνα και ελαφρότερες ενδυμασίες για το καλοκαίρι, έτσι ώστε ο καθένας να τα χρησιμοποιεί όποτε θέλει. Γιατί ότι έχει ο καθένας θεωρείται περιουσία όλων, κι ότι έχουν όλοι θεωρείται περιουσία του καθενός».
Αποδοκίμαζαν την δουλεία. Βασική τους απασχόληση ήταν η γεωργία. Ασχολούνταν όμως και με τις χειροτεχνίες. Εκείνο που απαγορευόταν μαζί με το εμπόριο ήταν η παραγωγή ειδών πολυτελείας και όπλων για τον πόλεμο.
Η βάση ολόκληρου του κομμουνιστικού τους συστήματος ήταν η κοινότητα κατανάλωσης κι όχι κοινωνικής παραγωγής. Κάπου αναφέρεται και το τελευταίο, αλλά μάλλον πρόκειται για δουλειά που φέρνει χρήματα σε άτομα είτε για μεροκάματα, είτε για πουλημένα εμπορεύματα, πάντως και στην μια και στην άλλη περίπτωση, πρόκειται για δουλειά, που γίνεται έξω από την κοινωνική οργάνωση. Πάντως, όλα τα μέλη της αίρεσης, έχουν κοινό το μέρος που κοιμούνται και που τρώνε. Αυτό είναι εκείνο που τους κρατάει όλους μαζί πάνω απ’ όλα. Πρόκειται για κομμουνισμό στο γενικό τους νοικοκυριό. Αυτό προϋποθέτει την μη ύπαρξη ξεχωριστού νοικοκυριού, ξεχωριστών οικογενειών, ξεχωριστών γάμων.
ΠΕΜΠΤΟ: Η ζωτικότητα του Ιουδαϊσμού έδωσε την υπόσταση και στον Εσσαιανισμό, όχι όμως, μόνο αυτό. Υπήρχαν κι άλλοι παράγοντες, που έκαναν τον Ιουδαϊσμό, ακριβώς να δημιουργήσει το μοναδικό αυτό φαινόμενο.
Γενικά, κατά τον τελευταίο αιώνα πριν από τον Χριστό, διαπιστώνουμε ότι παράλληλα με την μαζική φτώχεια, εντείνεται και η προσπάθεια των προλεταρίων και των φίλων τους να ελαφρύνουν την δυστυχία, με οργανωμένο τρόπο. Τα κοινά δείπνα, τα τελευταία αυτά κατάλοιπα του πρωτόγονου κομμουνισμού, είναι ταυτόχρονα και η απαρχή του νέου κομμουνισμού.
Η ανάγκη για συσπείρωση και αμοιβαία βοήθεια, την εποχή του Ιουδαϊσμού, ήταν ιδιαίτερα έντονη. Οι συμπατριώτες στο εξωτερικό, συσπειρώνονταν πολύ περισσότερο, απ’ ότι στην πατρίδα τους, και κανένας δεν ένιωθε περισσότερο μακριά απ’ την πατρίδα του και δεν βρισκόταν μακριά απ’ αυτήν, όσο ο Εβραίος μακριά από την Ιουδαία. Κι έτσι, οι Εβραίοι, ξεχώριζαν για την αμοιβαία αλληλοβοήθειά τους, που ήταν τόσο χτυπητή, όσο και η απομόνωσή τους από τους εθνικούς.
ΕΚΤΟ: Είδαμε, ότι το καθαρά εθνικό δημοκρατικό κίνημα των Ζηλωτών, δεν ικανοποιούσε πολλά προλεταριακά στοιχεία της Ιερουσαλήμ. Ωστόσο, ούτε και η φυγή από την πόλη στην ύπαιθρο, όπως έκαναν οι Εσσαίοι, ήταν κάτι που άρεσε σ’ όλους. Την εποχή εκείνη, όπως και σήμερα, η φυγή από την ύπαιθρο ήταν πολύ εύκολη, ενώ αντίθετα από την πόλη πολύ δύσκολη. Ο προλετάριος, μαθημένος στη ζωή της πόλης, δεν ένιωθε σαν στο σπίτι του, όταν βρισκόταν στην ύπαιθρο. Ο πλούσιος μπορούσε να βλέπει την εξοχική του βίλα, σαν μια ευχάριστη αλλαγή από την φασαρία της πόλης. Ο προλετάριος, μαθημένος στη ζωή της πόλης, δεν ένιωθε σαν στο σπίτι του, όταν βρισκόταν στην ύπαιθρο. Ο πλούσιος μπορούσε να βλέπει την εξοχική του βίλα, σαν μια ευχάριστη αλλαγή από την φασαρία της πόλης. Ο προλετάριος όμως, γυρνώντας στο χωριό, θα έπρεπε να δουλεύει σκληρά στα χωράφια, να κάνει μια δουλειά δηλαδή, που ούτε την καταλάβαινε, μα ούτε και ήταν γι’ αυτόν.
Επομένως, η μάζα των προλεταρίων, θα έπρεπε να είχε προτιμήσει να μείνει στις πόλεις, στην Ιερουσαλήμ ή αλλού. Ο Εσσαιανισμός δεν τους έδινε ότι τους χρειαζόταν, τουλάχιστον σ’ αυτούς που αποτελούσαν το εξαθλιωμένο προλεταριάτο, που είχαν πια συνηθίσει να ζουν από την κοινωνία σαν παράσιτα.
Κι έτσι, αναγκαστικά, δημιουργήθηκε μια Τρίτη τάση, ρεύμα, παράλληλα με τους Ζηλωτές και τους Εσσαίους, και στην πραγματικότητα τους συνένωνε και τους δυο. Το ρεύμα που βρήκε την έκφρασή του στην κοινότητα των οπαδών του Μεσσία.
Έχει γίνει γενικά παραδεκτό, ότι η Χριστιανική κοινότητα στις αρχές της, αποτελούνταν αποκλειστικά από προλεταριακά στοιχεία, ήταν δηλαδή, μια προλεταριακή οργάνωση. Και συνέχιζε να είναι τέτοια για κάμποσο καιρό, μετά τις πρώτες εκδηλώσεις της.
ΕΒΔΟΜΟ: Το πρώτο πράγμα που συναντάμε, είναι ένα φοβερό ταξικό μίσος ενάντια στους πλούσιους. Το μίσος αυτό, φαίνεται καθαρά στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, στην ιστορία την σχετική με τον Λάζαρο, που γράφτηκε κατά τις αρχές του δεύτερου αιώνα, και που βρίσκεται μόνο σ’ αυτό το Ευαγγέλιο (16, στίχοι 19…). Ο πλούσιος πάει στην κόλαση κι ο φτωχός στους κόλπους του Αβραάμ, κι όχι γιατί ο πλούσιος ήταν αμαρτωλός, ενώ ο φτωχός δίκαιος. Γι’ αυτό δεν γίνεται καθόλου λόγος. Ο πλούσιος τιμωρείται μόνο και μόνο γιατί ήταν πλούσιος. Ο Αβραάμ του λέει: «Τέκνον, ενθυμήθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και ο Λάζαρος ομοίως τα κακά. Τώρα ούτος μεν παρηγορείται, συ δε βασανίζεσαι». Εδώ ξεχειλίζει η δίψα των καταπιεσμένων για εκδίκηση. Στο ίδιο Ευαγγέλιο αναφέρεται ότι ο Ιησούς είπε: «Πως δυσκόλως θέλουσιν εισέλθει εις την βασιλείαν του Θεού οι έχοντες τα χρήματα, διότι ευκολώτερον είναι να περάση κάμηλος δια τρύπης της βελόνης, παρά πλούσιος να εισέλθη εις την βασιλείαν του Θεού». (18, στίχοι 24…). Κι εδώ ο πλούσιος τιμωρείται για τα πλούτη του κι όχι για τις αμαρτίες του.
Επίσης, κατά την εν τω Όρει Ομιλίαν (6, στίχοι 20…): «Μακάριοι σεις οι φτωχοί, διότι υμετέρα είναι η βασιλεία του Θεού. Μακάριοι οι πεινώντες τώρα, διότι θέλετε χορτασθή. Μακάριοι οι κλαίοντες τώρα, διότι θέλετε γελάσει… Πλην ουαί εις εσάς τους πλουσίους, διότι απηλαύσατε την παρηγορίαν σας. Ουαί εις εσάς οι κεχορτασμένοι, διότι θέλετε πεινάσει. Ουαί εις εσάς οι γελώντες τώρα, διότι θέλετε πενθήσει και κλαύσει».
Όπως βλέπουμε, το να είσαι πλούσιος και να χαίρεσαι τα πλούτη σου, αποτελεί έγκλημα, που αξίζει την πιο αυστηρή τιμωρία.
Από το ίδιο πνεύμα διαπνέεται και η Επιστολή του Ιακώβου «προς τας δώδεκα φυλάς τας διεσπαρμένας», που χρονολογείται από τα μέσα του δεύτερου αιώνα: «Έλθετε τώρα οι πλούσιοι, κλαύσατε ολολύζοντες δια τας επερχομένας ταλαιπωρίας σας. Ο πλούτος σας εσάπη, και τα ιμάτιά σας έγιναν σκωληκόβρωτα. Ο χρυσός σας και ο άργυρος εσκωρίασε, και η σκωρία αυτών θέλει είσθαι εις μαρτυρίαν εναντίον σας, και θέλει φάγει τας σάρκας σας ως πυρ, εθησαυρίσατε δια τας τελευταίας ημέρας. Ιδού, ο μισθός των εργατών των θερισάντων τα χωράφια σας, τον οποίον εστερήθησαν από σας, κράζει, και αι κραυγαί των θερισάντων εισήλθον εις τα ώτα Κυρίου Σαβαώθ. Ετρυφήσατε επί της γης, και εσπαταλήσατε. Εθρέψατε τας καρδίας σας ως εν ημέρα σφαγής. Κατεδικάσατε, εφονεύσατε τον δίκαιον. Δεν σας αντιστέκεται. Μακροθυμήσατε λοιπόν, αδελφοί, έως της παρουσίας του Κυρίου» (5, στίχοι 1-7).
Ακόμα απειλεί και τους πλούσιους, που βρίσκονται μέσα στις γραμμές των πιστών: «Ας καυχάται δε ο αδελφός ο ταπεινός εις το ύψος αυτού. Ο δε πλούσιος εις την ταπείνωσιν αυτού, επειδή ως άνθος χόρτου θέλει παρέλθει. Διότι ανέτειλεν ο ήλιος με τον καύσωνα, και εξήρανε το χόρτον, και το άνθος αυτού εξέπεσεν, και το κάλλος του προσώπου αυτού ηφανίσθη, ούτω και ο πλούσιος θέλει μαρανθή εν ταις οδοίς αυτού… Ακούσατε, αδελφοί μου αγαπητοί. Δεν εξέλεξεν ο Θεός τους φτωχούς του κόσμου τούτου, πλουσίους εν πίστει, και κληρονόμους της βασιλείας, την οποίαν υπεσχέθη προς τους αγαπώντας αυτόν; Σεις όμως ητιμάσατε τον φτωχόν. Δεν σας καταδυναστεύουσιν οι πλούσιοι, και αυτοί σας σύρουσιν εις κριτήρια; Αυτοί δεν βλασφημούσι το καλόν όνομα με το οποίον ονομάζεσθε;» (Ιάκωβος 1, στίχοι 9-11, και 11, στίχοι 5 με 7).
ΟΓΔΟΟ: Λόγω της έντονης προλεταριακής σφραγίδας, που έφερε η κοινότητα, ήταν φυσικό να τείνει να αποκτήσει και μια κομμουνιστική μορφή οργάνωσης. Στις Πράξεις των Αποστόλων αναφέρεται: «Και ενέμενον εν τη διδαχή των αποστόλων, και εν τη κοινωνία και εν τη κλάσει του άρτου και εν ταις προσευχαίς… Και πάντες οι πιστεύοντες ήσαν ομού, και είχον τα πάντα κοινά. Και τα κτήματα και τα υπάρχοντα αυτών επώλουν και διεμοίραζον αυτά εις πάντας, καθ’ ην έκαστος είχε χρειάν (2, στίχοι 42…). Του δε πλήθους των πιστευσάντων η καρδία και η ψυχή ήτο μία. Και ουδέ εις έλεγεν ότι είναι εαυτού τι εκ των υπαρχόντων αυτού, αλλ’ είχον τα πάντα κοινά… Επειδή ουδέ ήτο τις μεταξύ αυτών ενδεής. Διότι όσοι ήσαν κτήτορες αγρών ή οικιών, πωλούντες έφερον τας τιμάς των πωλουμένων, και έθετον εις τους πόδας των αποστόλων, και διεμοιράζετο εις έκαστον κατά την χρειάν την οποίαν είχεν» (4, στίχοι 32…).
Όλοι μας ξέρουμε ότι ο Ανανίας και η Σαπφίρα, που κράτησαν μερικά από τα χρήματά τους από την κοινότητα, τιμωρήθηκαν με θάνατο αμέσως έπειτα από θεία δίκη.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, που ονομάσθηκε έτσι για την ορμητική του ευφράδεια και που ήταν ένας άφοβος κριτής της εποχής του (347 με 407), ερμήνευσε την παραπάνω περιγραφή του πρωτόγονου Χριστιανικού κομμουνισμού με μια επιχειρηματολογία για τα πλεονεκτήματά του, που είναι πολύ ρεαλιστικά οικονομική και δεν διαπνέεται καθόλου από έκσταση ή ασκητισμό. Αυτό βρίσκεται στην ενδέκατη προσευχή του, για τις Πράξεις των Αποστόλων. Γράφει: «Κι ήταν όλοι ευλογημένοι, μια και κανενός δεν του έλειπε τίποτε, αφού όλοι τους συνεισέφεραν εθελοντικά, ώστε να μην υπάρχουν φτωχοί. Κι αυτό, γιατί δεν έδιναν ένα μέρος μόνο, κρατώντας το άλλο για τον εαυτό τους, έδιναν όλα όσα είχαν. Ανάμεσά τους δεν υπήρχε ανισότητα και ζούσαν σε μεγάλη αφθονία, κι όλα αυτά γίνονταν κατά τον πιο αξιέπαινο τρόπο. Δεν τολμούσαν να δώσουν την προσφορά τους στους ίδιους, που είχαν ανάγκη, ούτε και με αίσθημα αφ’ υψηλού συγκαταβατικότητας, αλλά κατέθεταν τις προσφορές τους στα πόδια των αποστόλων και άφηναν σ’ αυτούς να αποφασίσουν, πώς θα μοιρασθούν τα δώρα. Κι ότι χρειαζόταν καθένας το έπαιρνε τότε από το ταμείο της κοινότητας κι όχι από την ιδιωτική περιουσία των άλλων. Με τον τρόπο αυτό και οι δωρητές δεν γίνονταν υπεροπτικοί.
Κι αν κάνουμε σήμερα ότι μπορούμε, όλοι μας θα ζούμε πιο ευτυχισμένοι, το ίδιο οι πλούσιοι όπως και οι φτωχοί. Κι οι φτωχοί δεν θα κέρδιζαν περισσότερα από τους πλούσιους… γιατί αυτοί που εδώρησαν δεν έγιναν φτωχοί, αλλά έκαναν τους φτωχούς επίσης πλούσιους.
Ας φανταστούμε για μια στιγμή ότι συμβαίνουν τα παρακάτω: Όλοι δίνουν όλα όσα έχουν σ’ ένα κοινό ταμείο. Κανέναν δεν θα απασχολούσε ιδιαίτερα το ζήτημα αυτό, ούτε τους πλούσιους, αλλά ούτε και τους φτωχούς. Πόσα λεφτά νομίζετε ότι θα μαζεύονταν; Υπολογίζω – κι αυτό γιατί δεν μπορώ να είμαι βέβαιος – πως αν ο καθένας δώσει όλα τα λεφτά του, τα κτήματά του και τα σπίτια του (δεν θα μιλήσω για δούλους, γιατί οι πρώτοι Χριστιανοί δεν είχαν δούλους, επειδή τους άφηναν ελεύθερους), τότε θα μαζεύονταν ένα εκατομμύριο φούντια χρυσάφι, και πολύ πιθανό ίσως και δυο – τρεις φορές η ποσότητα αυτή. Και τότε πέστε μου, πόσους κατοίκους έχει η πόλη μας (η Κωνσταντινούπολη); Πόσους Χριστιανούς; Δεν θα είναι κάπου εκατό χιλιάδες; Και πόσοι εθνικοί και Εβραίοι; Πόσες χιλιάδες φούντια χρυσάφι θα μαζεύονταν!! Και πόσους φτωχούς έχουμε; Αμφιβάλλω αν θα είναι περισσότεροι από πενήντα χιλιάδες. Τι θα χρειάζονταν για να τους τρέφουμε καθημερινά; Αν όλοι τους έτρωγαν σε κοινό τραπέζι, τότε δεν θα στοίχιζε και πολύ ακριβά. Και τι δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε με τον τεράστιο μας θησαυρό!
Φαντάζεσθε πώς θα μπορούσαμε ποτέ να τον εξαντλήσουμε! Και μήπως η ευλογία του Θεού, δεν θα μας κάνει χίλιες φορές πιο πλούσιους; Δεν θα μεταφέρουμε την ουράνια ζωή στη Γη; Κι αν όλα αυτά είχαν σημειώσει τόση επιτυχία με τις τρεις ως πέντε χιλιάδες (τους πρώτους Χριστιανούς), ώστε κανένας να μη βρίσκεται σε ανάγκη, πόσα περισσότερα θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς, πόσα περισσότερα θα μπορούσαμε να κάνουμε εμείς, που είμαστε τόσοι πολλοί; Και μήπως κάθε καινούργιος, που θα έρχεται δεν θα προσθέτει κι αυτός κάτι ακόμα; Η κατανομή της ιδιοκτησίας είναι η αιτία, που προκαλεί περισσότερα έξοδα και μαζί μ’ αυτά και την φτώχεια».
ΕΝΑΤΟ: Από τον δεύτερο αιώνα και πέρα, μια υπομονητική πειθαρχία κυριαρχούσε στον Χριστιανισμό. Ο Ιουδαϊσμός τον προηγούμενο αιώνα, ήταν κάτι το διαφορετικό. Και είδαμε πόσο ανυπότακτα ήταν τα στρώματα εκείνα των Εβραίων, που περίμεναν την εποχή εκείνη τον Μεσσία, και ιδιαίτερα οι προλετάριοι της Ιερουσαλήμ και οι συμμορίες της Γαλιλαίας, τα ίδια αυτά στοιχεία από τα οποία δημιουργήθηκε ο Χριστιανισμός. Και η προφανέστερη εκδοχή είναι, πως ο Χριστιανισμός ήταν βίαιος στις αρχές του.
ΔΕΚΑΤΟ: Ο Ιησούς κηρύσσει: «Πυρ ήλθον να βάλω εις την γην, και τι θέλω, εάν ήδη ανήφθη; Βάπτισμα δεν έχω να βαπτισθώ, και πόσο στενοχωρούμαι εωσού εκτελεστή; Νομίζετε ότι ήλθον να δώσω ειρήνην εν τη γη; Ουχί σας λέγω, αλλά διαχωρισμόν. Διότι από του νυν θέλουσιν είσθαι πέντε εν οίκω ενί διακεχωρισμένοι, οι τρεις κατά των δύο, και οι δύο δύο κατά των τριων» (Κατά Λουκάν, 12 στιχ. 49 και συν.).
Στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, λέει απερίφραστα: «Μη νομίσητε ότι ήλθον να βάλω ειρήνην επί την γην, δεν ήλθον να βάλω ειρήνην, αλλά μάχαιραν» (10, στιχ. 34.).
Φθάνοντας την Μεγάλη Εβδομάδα στην Ιερουσαλήμ, διώχνει τους αργυραμοιβούς από τον Ναό, πράγμα που είναι ακατανόητο να το είχε πετύχει μόνος του, χωρίς την βίαιη δράση μεγάλης μάζας λαού, που είχε προηγούμενα εξεγείρει.
Λίγο αργότερα κατά τον Μυστικό Δείπνο, ακριβώς πριν από την καταστροφή, ο Ιησούς λέει στους μαθητές του: «Αλλά τώρα, όστις έχει βαλάντιον, ας λάβη αυτό μεθ’ εαυτού, ομοίως και σακκίον, και όστις δεν έχει, ας πωλήσει το ιμάτιον αυτού, και ας αγοράσει μάχαιραν».
Το έργο του οποίου αποσπάσματα παρουσιάζουμε, είναι ένα απ’ τα μεγαλύτερα πνευματικά έργα της ανθρωπότητας. Πρόκειται για την «Καταγωγή του Χριστιανισμού» του γνωστού Γερμανού διανοούμενου Καρλ Κάουτσκυ, που το έγραψε το 1908. Την εποχή εκείνη, ο Κάουτσκυ ήταν γνωστός ως ο «πάπας του μαρξισμού». Εθεωρείτο και ήταν από τους μεγαλύτερους επαναστάτες διανοούμενους σ’ όλον τον κόσμο. Στο βιβλίο αυτό ο Κάουτσκυ δείχνει πώς ο Χριστιανισμός ξεπήδησε μέσα από το ανυπότακτο εβραϊκό προλεταριάτο της εποχής, σαν ένα κίνημα με έντονα κομμουνιστικά χαρακτηριστικά. (Πολιτικό Καφενείο)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου